Το γραφείο πέθανε;
Αλλαγές στη σχέση του κάθε εργαζόμενου με το αντικείμενό του, στις σχέσεις των εργαζομένων μεταξύ τους, στο μοντέλο διοίκησης και εποπτείας, στη ζύμωση μεταξύ των εργαζομένων, στην πολιτικοποίηση, στον συνδικαλισμό
«Το τέλος του γραφείου όπως το ξέραμε»: Ενας πιασάρικος δημοσιογραφικός τίτλος ή μία νέα πραγματικότητα; Ανάμεσα στα αφιερώματα για τις αλλαγές που έφερε στη ζωή μας η πανδημία του Covid-19, περίσσεψαν οι επικήδειοι για καθημερινές συνήθειες και καταστάσεις που οφείλουμε να αποχαιρετήσουμε, προσωρινά ή μια και καλή. Το τέλος της χειραψίας, το τέλος των πολυπληθών εκδηλώσεων, το τέλος των ελεύθερων μετακινήσεων χωρίς προϋποθέσεις, το τέλος της αγκαλιάς και του φιλιού μεταξύ ανθρώπων που δεν γνωρίζουν το ιατρικό ιστορικό ο ένας του άλλου.
Διεθνή ΜΜΕ, μεταξύ άλλων οι «Financial Times», o «Economist», το CNN, προβλέπουν ότι ο κορονοϊός μέσα σε όλα τα άλλα ενδέχεται να φέρει το τέλος των γραφείων και ειδικότερα το τέλος του ενιαίου εργασιακού χώρου, που αποκαλούμε open plan office.
Υπέρ της παραπάνω πρόβλεψης συνηγορούν πολλοί παράγοντες: η επέκταση της τηλεργασίας σε όλο και περισσότερες επιχειρήσεις και για όλο και μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα· η καθιέρωση της εκ περιτροπής εργασίας ή με κυλιόμενες βάρδιες, μέτρα που οδηγούν και τα δύο σε μισοάδεια γραφεία, αποψιλωμένα από προσωπικό. Τέλος, η συρρίκνωση του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων εξαιτίας της οικονομικής ύφεσης, που μεταφράζεται και σε χωροταξική συρρίκνωση για εξοικονόμηση λειτουργικού κόστους και πόρων.
Ας μη βιαστούμε ωστόσο να γράψουμε τον επικήδειο σε μια ιστορία δύο και πλέον αιώνων. Οι προβλέψεις για «το τέλος του γραφείου» μπορεί να ακούγονται δελεαστικά επίκαιρες, δεν αποκλείεται ωστόσο να μπουν στο ράφι, μαζί με «Το τέλος της Ιστορίας» του Φράνσις Φουκουγιάμα ή «Το τέλος της εργασίας» του Τζέρεμι Ρίφκιν. Στη μεταβατική περίοδο που διανύουμε, οι συνθήκες της ζωής και της εργασίας μας αναθεωρούνται διαρκώς, κάνοντάς μας να αναφωνήσουμε «Το γραφείο πέθανε - Ζήτω το γραφείο».
«...και στο γραφείο δεν θα ξαναπάς»
Και σήμερα και αύριο και όσο χρειαστεί. Αυτό είναι το χρονικό διάστημα για το οποίο θα παραμείνουν σπίτι τους οι εργαζόμενοι σε εταιρείες-γίγαντες της νέας τεχνολογίας, γνωστές ως «Βig Tech». H Google και το Facebook έχουν ήδη ανακοινώσει την παράταση της τηλεργασίας τουλάχιστον ως το τέλος του 2020 ή τις αρχές του 2021, ενώ το Τwitter, ακόμα πιο γαλαντόμο, δήλωσε ότι οι εργαζόμενοι «αν θέλουν μπορούν να εργάζονται από το σπίτι για πάντα».
Μπορεί όλα αυτά να φαίνονται ακόμα εξωτικά στην Ελλάδα, που πριν από τον κορονοϊό είχε από τα χαμηλότερα ποσοστά τηλεργασίας στην Ε.Ε. (4,7% έναντι του 7,1% του κοινοτικού μέσου όρου, σύμφωνα με το Eurofound). Ωστόσο, η πραγματικότητα αλλάζει ραγδαία. Τις ημέρες της καραντίνας, ένας στους τέσσερις εργαζόμενους στην Ελλάδα (26%) εντάχθηκε σε καθεστώς τηλεργασίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην Ε.Ε. ήταν πάνω από το ένα τρίτο (37%).
Προς το παρόν τα διεθνή δημοσιεύματα για το «τέλος του γραφείου» ή τη μετάλλαξή του σε έναν νέο υβριδικό χώρο μοιάζουν να μην αγγίζουν παρά μόνο επιδερμικά το ελληνικό εργασιακό τοπίο, που κυριαρχείται ακόμα ποσοτικά από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ), που απορροφούν περίπου το 85% των εργαζομένων.
Ωστόσο, με δεδομένο ότι οι ΜμΕ είναι οι πρώτες που πλήττονται από την πανδημία, ενώ ανθεκτικότερες αποδεικνύονται οι μεγαλύτερες, εταιρείες των χιλιάδων εργαζομένων, συχνά διασπαρμένων σε διαφορετικά κτίρια και αποκεντρωμένους χώρους, μέσω του outsourcing και των υπεργολαβιών, ίσως το τέλος του γραφείου να είναι πιο κοντά από όσο νομίζουμε.
Τι δείχνουν οι έρευνες για τους «υπαλλήλους της πιτζάμας»
Οσο ο κορονοϊός αλλάζει άρδην την ισορροπία μεταξύ εργασιακής και ιδιωτικής σφαίρας, για τις γυναίκες η τηλεργασία μόνο ευεργετική δεν είναι, αφού κουβαλούν ένα άνισο μερίδιο του βάρους, προσπαθώντας να ανταποκριθούν στους πολυσχιδείς ρόλους τους ως μητέρες, σύζυγοι και εργαζόμενες.
Οταν το μακρινό 2002 ψηφίστηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μία «συμφωνία-πλαίσιο» για την τηλεργασία που στόχευε στην προώθησή της ως ευέλικτης μορφής οργάνωσης της εργασίας, κέρδιζε συνεχώς έδαφος από εταιρείες σε πολλές κοινοτικές χώρες. Το αφήγημα που συνόδευε το «νέο φρούτο» της τηλεργασίας παρουσίαζε την αποφυγή του εργασιακού περιβάλλοντος ως την ιδανική προοπτική: ένα dream job που σου παρέχει την απόλυτη ελευθερία στον χώρο του σπιτιού σου, μία μοναδική ευκαιρία για κάποιους να γίνουν «εργαζόμενοι της πιτζάμας». Τ
ότε υποστηριζόταν ότι θα χρειαστεί ακόμη πολύς χρόνος για την προώθησή της στα κράτη-μέλη, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Ολα αυτά όμως προ κορονοϊού: η πανδημία ανέτρεψε τα δεδομένα της αγοράς εργασίας κι έτσι όσοι εργαζόμενοι απομείνουν σε αυτήν παρά τη σαρωτική ύφεση που θα λουστούμε όλοι θα κληθούν να λειτουργήσουν σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον – πολλές φορές και μακριά από τον φυσικό χώρο της δουλειάς τους.
Τον τελευταίο καιρό, μια σωρεία από «εγχειρίδια εργασίας στο σπίτι» σηματοδότησαν το τέλος του γραφείου και συνόδευσαν τις μέρες μας μπροστά από τον υπολογιστή, μαθαίνοντάς μας πώς να ακολουθούμε βήμα βήμα συμβουλές για να συνηθίσουμε τη νέα συνθήκη της τηλεργασίας που ήρθε βίαια στη ζωή μας. Αυτό που περιγράφεται ως «τέλος του γραφείου» δεν είναι απλά μια χωροταξική μετατόπιση, μια απλή συγχώνευση ιδιωτικού και δημόσιου πεδίου, δημόσιας και ιδιωτικής λειτουργίας. Προφανώς η εργασιακή σφαίρα παρεισφρέει στην ιδιωτική ζωή, αλλά αυτή είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου.
Το τέλος του γραφείου –και της κουλτούρας που το συνοδεύει– φέρνει μαζί του αλλαγές σε πολλά επίπεδα: στη σχέση του κάθε εργαζόμενου με το αντικείμενό του, στις σχέσεις των εργαζομένων μεταξύ τους, στο μοντέλο διοίκησης και εποπτείας, στη ζύμωση μεταξύ των εργαζομένων, στην πολιτικοποίηση, στον συνδικαλισμό.
Η τηλεργασία δεν είναι απλώς μια τακτική απάντηση στην κρίση, αλλά στρατηγική πια επιλογή ακόμα και κολοσσών όπως η Google ή η Facebook. Η έρευνα Covid-19 CFO Pulse της PwC καταγράφει τους προβληματισμούς των ανώτατων στελεχών των εταιρειών ανά τον κόσμο. Στα ερωτηματολόγιά της απάντησαν 989 οικονομικοί διευθυντές σε 23 χώρες: ένας στους δύο (52%) σχεδιάζει να καταστήσει την εξ αποστάσεως εργασία μόνιμη επιλογή, όπου αυτό είναι εφικτό. Οι εταιρείες αναζητούν τρόπους να μειώσουν τα έξοδά τους, με τις εγκαταστάσεις και τα γενικά έξοδα κεφαλαίου (82%), τις λειτουργίες (47%) και το εργατικό κόστος (40%) να βρίσκονται στις πρώτες τους επιλογές.
Αυτό το ζοφερό κλίμα αποτυπώνεται και στις επαφές που είχαμε με τους εργαζομένους και του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Οι περισσότεροι, διστακτικοί να μιλήσουν παρά μόνο με την ασφάλεια της ανωνυμίας και με αλλοιωμένα τα στοιχεία τους ώστε να μη στιγματιστούν από ανωτέρους τους, υποδηλώνουν πως η νέα κρίση που έρχεται και η εργασιακή επισφάλεια που θα τη συνοδεύσει ήρθαν για να μείνουν.
Οσο ο κορονοϊός αλλάζει άρδην την ισορροπία μεταξύ εργασιακής και ιδιωτικής σφαίρας, για τις γυναίκες η τηλεργασία μόνο ευεργετική δεν είναι, αφού κουβαλούν ένα άνισο μερίδιο του βάρους, προσπαθώντας να ανταποκριθούν στους πολυσχιδείς ρόλους τους ως μητέρες, σύζυγοι και εργαζόμενες. «Ενιωσα ανακούφιση όταν γύρισα στο γραφείο. Οταν βρίσκεσαι στον χώρο της δουλειάς, ξέρεις ακριβώς πόσες ώρες θα είσαι σε σύνδεση με αυτή», λέει η Χαρά, 45 χρόνων. Μητέρα δύο παιδιών, σύζυγος και εργαζόμενη στον δημόσιο τομέα, έπρεπε να αντεπεξέλθει στη νέα κανονικότητα.
«Καθημερινά έτρεχα μέσα στο σπίτι, δεν ήμουν συγκεντρωμένη στη δουλειά μου. Και που έχω γραφείο στο σπίτι, ήταν κατειλημμένο από τα παιδιά. Ειδικά το πρωί που είχαν τηλεκπαίδευση, υπήρχε μεγάλο πρόβλημα. Παίζαμε ξύλο για το ποιος θα κάτσει στο γραφείο», λέει χαριτολογώντας.
Συνηθισμένη σε ένα περιβάλλον προσωπικό και οικογενειακό, ξαφνικά έπρεπε να ανταποκριθεί σε εργασιακά δεδομένα σε ένα κομμάτι που ήταν παραδοσιακά εκτός από αυτό: «Στο σπίτι είναι εντελώς ασαφή τα όρια, μπορεί να είσαι όλη τη μέρα online στο τάμπλετ ή στο κινητό και οι εργοδότες θεωρούν ότι είσαι διαθέσιμος ολόκληρο το 24ωρο. Δεν δουλεύεις 8-3 και μετά έχεις ελεύθερη τη μέρα σου. Είσαι συνέχεια απασχολημένος, ή νιώθεις υποχρεωμένος να είσαι διαθέσιμος. Το γραφείο έχει όρια. Ερχεσαι, ξέρεις ότι θα φύγεις στις 6, κλείνεις την πόρτα και μετά η ζωή σου συνεχίζει στο προσωπικό πεδίο», εξηγεί.
«Αυτό που συνέβη λόγω κορονοϊού ήταν όχι μόνο κάτι πρωτόγνωρο αλλά και αντιπαραγωγικό, δεν μπορούσες να το οριοθετήσεις ούτε εσύ ούτε η εργοδοσία. Υπάρχει ένα κενό νομικού πλαισίου, και αυτό πρέπει να βελτιωθεί ώστε να εξασφαλιστούν και οι εργαζόμενοι», καταλήγει.
H Ευτυχία είναι 25 χρόνων και στην τηλεφωνική μας συνομιλία δυσκολεύεται να μιλήσει για τις συνθήκες υπό τις οποίες εργάζεται, για να μην αναγνωριστεί από τους προϊσταμένους της. Ο φόβος της, βέβαια, είναι δικαιολογημένος, γι’ αυτό τα πραγματικά της στοιχεία, αν και διαθέσιμα στην εφημερίδα, έχουν παραποιηθεί.
Για περίπου δυόμισι μήνες, η Ευτυχία είχε τον εταιρικό υπολογιστή στο τραπέζι της κουζίνας της. Αν και εργάζεται έναν χρόνο ως ιδιωτική υπάλληλος σε διαφημιστική εταιρεία, κατά τη διάρκεια της καραντίνας αναγκάστηκε να βρει ευφάνταστους τρόπους για να αντέξει την τηλεργασία. Κάθε πρωί έβγαζε τις πιτζάμες της, έβαζε τα ρούχα του γραφείου, έφτιαχνε τον πρώτο καφέ της μέρας και ξεκινούσε την οκτάωρη βάρδιά της. «Εστησα τον υπολογιστή στην κουζίνα γιατί εκεί δεν είχα την ανάγκη να χαλαρώνω. Και κάπως έτσι την πάλεψα», λέει.
Σύντομα η αρχική της εντύπωση ότι θα αποφεύγει τις καθημερινές υπερωρίες αποδείχθηκε ένα όνειρο θερινής νυκτός: «Οχι μόνο δεν υπήρχε ακριβές ωράριο, αλλά ένιωθα πως δούλευα όλη τη μέρα», λέει. Αυτή η αίσθηση επικρατεί γενικά στους εργαζόμενους, ο υπολογιστής των οποίων είναι δομικό στοιχείο της εργασίας τους και, ακόμη και υπό φυσιολογικές συνθήκες, οι προϊστάμενοί της θέλουν «απλά έναν άνθρωπο ανά πάσα στιγμή διαθέσιμο για να δουλεύει», όπως πολλές φορές της έχουν επισημάνει.
Το γραφείο έφυγε, η επιτήρηση παραμένει και, κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού στο σπίτι, διογκώθηκε: «Ηταν ακόμη πιο παραβιαστικό», λέει. Αυτή η «αόρατη πίεση» την κατέστησε μεν παραγωγική, δέσμια του εταιρικού υπολογιστή της δε. «Είναι τρομακτικό, όσο κράτησε η τηλεργασία το αφεντικό μου ήξερε ότι το πολύ πολύ να έχω πάει για περπάτημα», εξηγεί.
Οσο περνούσε ο καιρός η Ευτυχία έχανε και το αίσθημα του ανήκειν σε μια επαγγελματική κοινότητα. «Ενιωθα σταδιακά την ανάγκη να βρεθώ με συναδέλφους από κοντά. Επρεπε να αντιμετωπίζω όλη τη μέρα τηλεφωνικές κλήσεις που ήταν άσκοπες για προβλήματα που θα είχαν λυθεί σε 5 λεπτά από κοντά υπό φυσιολογικές συνθήκες. Η δυναμική των ανθρώπων είναι τελείως διαφορετική σε ένα skype call».
Δεν χωράς πουθενά
«Βιώνουμε την “κουλτούρα του Zoom” και αντίστοιχων μέσων με τα οποία οι εργαζόμενοι μπορούν να επικοινωνήσουν χωρίς εποπτεία», αντιπαραβάλλει ο Φώτης. Με την ιδιότητα του social media manager και μόλις 26 χρόνων, ο Φώτης έχει μία εντελώς διαφορετική εμπειρία να διηγηθεί. Δουλεύει αποκλειστικά από το γραφείο του σπιτιού του και δημιουργεί και οργανώνει υλικό σε πλατφόρμες του Facebook, του Youtube και του Instagram για την εταιρεία του. Πρόκειται, όπως λέει, για ένα νέο είδος marketing που δεν απαιτεί πολλά παρά μόνον «έναν υπολογιστή και μια αρκετά καλή σύνδεση στο ίντερνετ».
Και όλα αυτά σε μια βιομηχανία για την οποία ισχύουν διαφορετικοί κανόνες, η πλειοψηφία των εργαζομένων δουλεύει από το σπίτι και παράγει αυτό που ονομάζεται «άυλο προϊόν», που ποτέ κανείς δεν θα αγγίξει στα χέρια του. «Δεν ισχύει το ωράριο 8-4. Αναγκάζεσαι να δουλεύεις καθ’ όλη τη διάρκεια της μέρας. O προσωπικός σου χώρος μετουσιώνεται σε χώρο δουλειάς», εξηγεί.
Προοπτική που για πολλούς νέους είναι δελεαστική. Σύμφωνα με έρευνες, οι γηγενείς της τεχνολογίας προτιμούν να δουλεύουν από το σπίτι. «Είναι πολύ πιο εύκολο για μένα να φτιάξω μια ρουτίνα που θα με κάνει πιο αποδοτικό», λέει.
«Εχω παραπάνω χρόνο, ξεκινά αλλιώς η μέρα μου, φτιάχνω καφέ και αρχίζω τη δουλειά μου. Ειδικά τώρα με τον Μεγάλο Περίπατο που η Αθήνα αλλάζει, αποφεύγω τις μετακινήσεις, οπότε γλιτώνω χρόνο και χρήματα», συνεχίζει. «Η νεολαία, συγκεκριμένα, που πληρώνεται πενιχρά και οι εργασιακές σχέσεις με ανωτέρους είναι συχνά δυσμενείς, βλέπει την τηλεργασία χωρίς κάποιον υπεύθυνο ή μάνατζερ πάνω από τα κεφάλια τους πιο ελκυστική».
«Φυλακή» στο σπίτι
Ο Κώστας εργάζεται εδώ και είκοσι χρόνια ως πολιτικός μηχανικός σε κλάδο real estate σε τράπεζα. Από τις 18 Μαρτίου δουλεύει αποκλειστικά από το σπίτι, με καμία προοπτική να γυρίσει σύντομα στο γραφείο. Στους πέντε μήνες που δουλεύει από την οθόνη του υπολογιστή του, αρχίζουν να αναδύονται προβλήματα που έχουν να κάνουν με τη διαμεσολαβημένη επικοινωνία.
«Ο γραπτός λόγος είναι ψυχρός. Ο προφορικός λόγος είναι ευκολότερα κατανοητός, ειδικά για έναν πενηντάρη όπως εγώ. Λείπει η ψυχική επαφή, ένα κομμάτι πληροφορίας αναγκαστικά χάνεται», λέει περιγράφοντας γλαφυρά το αίσθημα απομάκρυνσης και συνεχίζει: «Από εκεί που ήμουν δίπλα στους συναδέλφους μου, πρέπει ξαφνικά να κάνω Skype και αν είμαι τυχερός και η σύνδεσή μου είναι καλή, θα τους βρω. Ετσι, αν επιθυμώ να μιλήσω για ένα εργασιακό πρόβλημα είναι πολύ πιο δύσκολο, η όποια προσπάθεια συνδικαλισμού μειώνεται, έως καταργείται».
Κοινός τόπος μεταξύ όλων των εργαζομένων στους οποίους μιλήσαμε είναι πως όλα μοιάζουν να κινούνται σε ένα χωροχρονικό συνεχές. Ετσι και ο Κώστας δεν αποτελεί εξαίρεση: «Νιώθω διαστήματα μέσα στη μέρα που δεν έχω δουλειά, όμως δεν θα φύγω γιατί ανά πάσα στιγμή θα μου ανατεθεί κάτι. Αυτή η κατάργηση του προσωπικού χρόνου είναι βίαιη διαδικασία». Αυτός είναι και ο μεγάλος φόβος του, αφού θεωρεί πως «όταν τελειώσει η πανδημία, εταιρείες θα έχουν πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα, τις συνδέσεις και προσβάσεις στα κινητά των εργαζομένων».
Το μέλλον για τον Κώστα είναι ζοφερό και η τηλεργασία ήρθε για να μείνει στις ζωές μας: «Θα γίνει κανονικότητα και αυτό. Είναι η τακτική του συστήματος “η κρίση ως ευκαιρία”, εργαλειοποιείται το φόβητρο της αρρώστιας για να περάσει μια ρύθμιση που θα θεωρηθεί φυσιολογική».
Ο δεκάλογος Βρούτση
Μέσω διαρροών σε συγκεκριμένα ΜΜΕ και χωρίς καμία προηγούμενη διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, μάθαμε το γενικό πλαίσιο ρύθμισης της εξ αποστάσεως εργασίας, που θα περιλαμβάνεται στο επερχόμενο νομοσχέδιο-σκούπα για τα εργασιακά και το ασφαλιστικό.
Κι ενώ, σύμφωνα με πληροφορίες, στο ίδιο σχέδιο νόμου περιλαμβάνονται και αντισυνδικαλιστικές διατάξεις, η δέσμη των δέκα μέτρων μοιάζει με ευχολόγιο. Στη γενικόλογη διακήρυξη Βρούτση, ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες. Ενώ στα λόγια υποστηρίζει ότι ο τηλεργαζόμενος διατηρεί στο ακέραιο όλα τα εργασιακά του δικαιώματα, η εξασφάλισή τους στην πράξη παραμένει κενό γράμμα. Πώς, πού και από ποιους θα γίνονται, για παράδειγμα, οι έλεγχοι του ΣΕΠΕ, όταν ο χώρος εργασίας είναι η οικογενειακή στέγη; Ποιος θα ελέγχει ότι η δήλωση ωραρίου στο ΕΡΓΑΝΗ αντιστοιχεί στις πραγματικές ώρες εργασίας και δεν είναι εικονική;
Ενα κρίσιμο θέμα, που έχει ήδη δεχθεί κριτική από σωματεία, είναι η περίφημη «τηλε-ετοιμότητα», να έχεις δηλαδή τον εργαζόμενο στο «περίμενε», με όρους που μένει να διευκρινιστούν και που, ακόμα και αν τυπικά έχουν την έγκριση και των δυο μερών, πρακτικά θολώνουν ακόμα περισσότερο τις γραμμές μεταξύ εργάσιμου και ελεύθερου χρόνου. Τέλος, πόσο προστατεύεται ο εργαζόμενος σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος όταν προβλέπεται ρητά ότι η τήρηση των όρων υγιεινής και ασφάλειας βαρύνει αποκλειστικά τον ίδιο, όπως ισχύει άλλωστε και στην υφιστάμενη διάταξη για την τηλεργασία;
Απαντήσεις σε κάποιες από τις παραπάνω απορίες ζητήσαμε από τη Γενική Γραμματέα του υπουργείου Εργασίας, Αννα Στρατινάκη, αρμόδια και για την εποπτεία του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας.
«Το ζήτημα της νομοθετικής πρωτοβουλίας για την τηλεργασία δεν έχει ολοκληρωθεί», δήλωσε η κ. Στρατινάκη στην «Εφ.Συν.». Οπως είπε, η γενική κατευθυντήρια γραμμή, που υιοθετείται από τη σχετική οδηγία της Ε.Ε., μένει να εξειδικευθεί με νομοθετικό πλαίσιο και με μεθοδολογικά εργαλεία, μετά από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους. «Σε καμία περίπτωση η τηλεργασία δεν μπορεί να δημιουργεί εκπτώσεις των εργασιακών δικαιωμάτων, αλλά διευκόλυνση των μερών κυρίως σε καταστάσεις κρίσεων. Από εκεί και πέρα, είναι μορφή εκσυγχρονισμού του συστήματος εκτέλεσης της εργασίας, που όμως θα πρέπει να βρίσκεται κάτω από συγκεκριμένο πλαίσιο περιφρούρησης δικαιωμάτων και της ορθής εκτέλεσής τους».
Για τα θέματα υγείας και ασφάλειας, δήλωσε ότι «αυτό το κομμάτι είναι ούτως ή άλλως εξασφαλισμένο εφόσον κάποιος δουλεύει από το σπίτι του» και ότι «η εργασία από απόσταση δεν σημαίνει ότι εκπίπτει κανόνων, αλλά επαναδιαμορφώνει τους όρους, προς το καλύτερο».
Τέλος, στην ερώτηση πώς ακριβώς θα γίνονται οι έλεγχοι του ΣΕΠΕ απάντησε ότι «ο υπουργός προβλέπει ειδικό τμήμα από την πλευρά του ΣΕΠΕ που θα παρακολουθεί εξειδικευμένα αυτό το κομμάτι. Αυτό που μένει είναι πώς να μετουσιωθεί στην πράξη».
Το πώς αυτά θα γίνουν πράξη, σε μια χώρα που το εργατικό δίκαιο έχει συρρικνωθεί μέχρις... εξαφανίσεως, η μαύρη και ανασφάλιστη εργασία καλπάζει, που οι υποστελεχωμένοι ελεγκτικοί μηχανισμοί δεν καταφέρνουν να πατάξουν την εργοδοτική αυθαιρεσία ακόμα και στα υλικά –πόσω μάλλον στα εικονικά– γραφεία και ενώ η ανεργία έχει πάρει (πάλι) την ανιούσα, μένει να αποδειχθεί.
Τα εργοστάσια των «λευκών κολάρων»
Η ιστορία των γραφείων δεν έχει σαφή ημερομηνία γέννησης. Μακρινός τους πρόδρομος μπορούν να θεωρηθούν οι καγκελαρίες του Μεσαίωνα, εκεί που στεγάζονταν οι γραμματείς και οι σφραγιδοφύλακες του μονάρχη-αυτοκράτορα.
Τα πρώτα κτίρια γραφείων χρονολογούνται λίγο πριν τις αρχές της βιομηχανικής επανάστασης. Τα πρώτα μεγάλα συγκροτήματα γραφείων, που καταλαμβάνουν ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα, εμφανίζονται στα μέσα του 19ου αιώνα στο βιομηχανικό Λίβερπουλ.
Στις αμερικανικές μητροπόλεις των αρχών του 20ού αιώνα τα γραφεία των μεγάλων επιχειρήσεων αποκτούν τη μορφή που αναγνωρίζουμε ως σήμερα, ουρανοξύστες με ατσάλινο σκελετό και αίθρια για να διαχέεται το φως. Πατέρας του σύγχρονου γραφείου, ο Αμερικανός Φρέντερικ Τέιλορ υποστήριξε ότι οι υπάλληλοι δουλεύουν πιο αποδοτικά σε ενιαίους χώρους, εποπτευόμενοι από τον προϊστάμενο.
Στη δεκαετία του 1960 γεννήθηκε το αντιαισθητικό για πολλούς γραφείο-κουβούκλιο, που περιβάλλεται από διαχωριστικό, για να δίνει την ψευδαίσθηση του ιδιωτικού χώρου αλλά και για να στριμώχνει εργαζόμενους σε όσο γίνεται λιγότερα τετραγωνικά. Η άνθηση των επιχειρήσεων της νέας τεχνολογίας, ως αντίβαρο στα ξεχειλωμένα ωράρια, έφερε μαζί της και έναν αέρα χαλάρωσης στην ετικέτα του γραφείου.
Πολυεθνικές όπως η Μicrosoft και μετέπειτα η Google και το Facebook καυχιούνται ότι οι εγκαταστάσεις τους δεν θυμίζουν τα άκαμπτα και βαρετά γραφεία του 20ού αιώνα, αλλά είναι ευέλικτοι πολυχώροι, που έχουν από μεγάλες αίθουσες συσκέψεων και αναπαυτικές πολυθρόνες πουφ μέχρι τραπέζια του πινγκ-πονγκ και μπαρ με χυμούς.
«Υβριδικό γραφείο»
Το επόμενο βήμα, μετά την πανδημία, είναι το υβριδικό γραφείο – που ισορροπεί μεταξύ τηλεργασίας και φυσικής παρουσίας σε ένα όσο το δυνατόν πιο ελεγχόμενο περιβάλλον. Η τοποθέτηση πλεξιγκλάς ανάμεσα στα γραφεία, αποκαλούμενα και «ασπίδες του φταρνίσματος», είναι το πρώτο βήμα. Η πρακτική εφαρμόζεται στη Ελλάδα κυρίως σε ταμεία, τράπεζες και δημόσιες υπηρεσίες, δεν αποτελεί όμως κανόνα στους ιδιωτικούς εργασιακούς χώρους.
Λιγότερο αυτονόητες, και περισσότερο δαπανηρές, είναι χάι-τεκ εφαρμογές, όπως «το ανέπαφο γραφείο», που τα πάντα, από τους διακόπτες μέχρι το κουμπί του ασανσέρ, λειτουργούν με bluetooth.
Οσο για την αναβάθμιση των υγειονομικών πρωτοκόλλων, δεν εξαντλείται στη μάσκα και το αντισηπτικό, ούτε στους τακτικούς καθαρισμούς με απολυμαντικό και το φιλτράρισμα του αέρα, αλλά περιλαμβάνει μεθόδους που θυμίζουν Μεγάλο Αδελφό. Ξεκινώντας από το θερμικό σκανάρισμα των εργαζομένων και καταλήγοντας στη λήψη δείγματος γενετικού υλικού – ανατριχιαστική πρακτική που ήδη καταγγέλθηκε στην Ελλάδα ότι ζητήθηκε παρανόμως από εργαζόμενους εταιρείας καλλυντικών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου