Στη σημερινή ανάρτηση θα διαβάσουμε για τις οργανώσεις και τους φορείς που συστάθηκαν, προκειμένου να στεγάσουν και να περιθάλψουν τα παιδιά.
Οι απόπειρες αυτές έγιναν και από τις δυο πλευρές των αντιμαχομένων. Από τη μια πλευρά οι γειτονικές βαλκανικές χώρες στέγασαν και επιμόρφωσαν πολλά παιδιά. Από πλευράς κυβερνητικής, ήταν κυρίως το Παλάτι που οργάνωσε και καρπώθηκε – και προσωπικά η Φρειδερίκη – τα θετικά σημεία αυτής της προσπάθειας.
Σε όλα αυτά, σ’ αυτόν τον αγώνα, που είχε και χαρακτήρα προπαγάνδας και προσηλυτισμού, τα θύματα ήταν τα παιδιά, που είχαν χάσει τους γονείς ή που ζούσαν μακριά από τους γονείς τους…
Παληοτάκης
5 ΦΟΡΕΙΣ ΥΠΟΔΟΧΗΣ-ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ ΤΩΝ ΑΡΠΑΓΜΕΝΩΝ
Με σκοπό την προστασία αυτού του παιδικού πληθυσμού, η ελληνική κυβέρνηση με το βασιλικό διάταγμα της 10 Ιουλίου 1947, ίδρυσε την «Ειδική Επιτροπή Εράνου» ως υποεπιτροπή της «Πρόνοιας Βορείων Επαρχιών Ελλάδος», που είχε σκοπό, σύμφωνα με το καταστατικό της, «την περίθαλψη των συνεπεία του συμμοριτοπολέμου προσφυγοπαίδων και ορφανών και εν γένει την παροχήν πάσης δυνατής βοηθείας εις τους απομακρυθέντας εκ των εστιών των πληθυσμούς».
Ο «Έρανος» ή «Πρόνοια», όπως σχηματικά ονοματίστηκε αυτή η προσπάθεια, ετέθη υπό την προστασία της βασίλισσας Φρειδερίκης. Συστάθηκε στις 20 Ιουνίου 1948, από 72 Αθηναίες κυρίες και διευθυνόταν από εικοσαμελή κυρίως γυναικεία επιτροπή με επικεφαλής την Λίνα Τσαλδάρη και την Αλεξάνδρα Μελά. Στην επιτροπή αυτή συμμετείχε και ο αυλάρχης. Η διάρκεια του «Εράνου» υπολογιζόταν για έξι μήνες. Την ονομασία του πήρε από τον έρανο για τη συλλογή χρημάτων, που προκήρυξε για την ευόδωση και προαγωγή των σκοπών του. Πέρα από τους επιδιωκόμενους σκοπούς, η υπόσταση του «Εράνου» αποδείχτηκε χρήσιμη, για τις ανάγκες των δημοσίων σχέσεων του παλατιού, οπότε αποφασίστηκε η παράταση της διάρκειάς του, μέχρι που καταργήθηκε με την έξωση της βασιλικής οικογένειας το 1967! Τα ανάκτορα έγιναν ο αποκλειστικός φορέας κοινωνικής πολιτικής. Το τεράστιο δίκτυο δημοσίων σχέσεων, που υποστηριζόταν μονότονα από όλα τα μέσα δημοσιότητας, κατέστησε το παλάτι ένα σημαντικό κέντρο εξουσίας, πάνω από το κοινοβούλιο.
Η «Πρόνοια» εξέδιδε το περιοδικό «Παιδόπολις», που αργότερα μετονομάστηκε «Το σπίτι του παιδιού». Ιδρύθηκαν τοπικές επιτροπές του «Εράνου» σε όλες τις πόλεις. Στις επιτροπές αυτές περιλαμβάνονταν τα πιο λαμπερά ονόματα της κάθε περιοχής, που ξεχείλιζαν από φιλανθρωπικά, χριστιανικά και εθνικά αισθήματα, άνθρωποι γεροί στην ψυχή και το πνεύμα [32. Ελένη Αναγνωστολοπούλου, ό.π., σελ. 23]. Ο Μ. Ristovic [33. Milan Ristovic, 2008, σελ.19], αναφέρει από τα απομνημονεύματα της Φρειδερίκης, ότι «ο αγώνας να φτάσουμε στα παιδιά πριν τους κομμουνιστές …άρχισε αμέσως μετά την ίδρυση της “Πρόνοιας”…». Το 1947 ο «Έρανος» (ή «Πρόνοια») φιλοξένησε 2.000 παιδιά και τα επόμενα έτη και σύμφωνα με συγκρουόμενα στοιχεία έφτασε 13.000-18.000.
Για το σκοπό αυτό δημιουργήθηκαν 53 παιδοπόλεις: 23 στην Αθήνα, 12 στη Θεσσαλονίκη, από τρείς στα Γιάννενα, Ρόδο, από δύο στη Λαμία και Σύρο και στην Καβάλα, Αγρίνιο, Βόλο, Λάρισα, Πάτρα και Τήνο, Μυτιλήνη και Κέρκυρα κ.λπ. όλες οι παιδοπόλεις έφεραν όνομα αγίων. Η πρώτη εγκαινιάστηκε στη Θεσσαλονίκη από τη βασίλισσα, που συνοδευόταν από πολλούς πρώτης γραμμής υπουργούς και πλήθος κρατικών και εκκλησιαστικών παραγόντων. Πήρε το όνομα Αγία Ειρήνη [34. Εφημερίδα «Ελληνικόν Αίμα», 31/7/1947], ως δηλωτικό των ειρηνόφιλων αισθημάτων των Ελλήνων. Όπως αναγράφεται στον κανονισμό των παιδοπόλεων, σκοπός της ίδρυσης είναι «η παροχή προσωρινού ασύλου και η περίθαλψις των διασωζομένων εκ της απειλής του παιδομαζώματος». Σύμφωνα δε με εκτιμήσεις, επιπλέον σιτίζονταν μία φορά την ημέρα 10.000-13.000 παιδιά, στις εστίες διανομής συσσιτίου σε διάφορες πόλεις και χωριά. Επίσης ιδρύθηκαν επαγγελματικές σχολές στη Λέρο για 1.300 νέους και στη Νεάπολη Κρήτης για 400 κορίτσια. Ο Γ. Μαργαρίτης [35. Γιώργος Μαργαρίτης, «Γενική επισκόπηση του εμφυλίου πολέμου», στο «Εμφύλιος πόλεμος, 60 χρόνια μετά», εκδ. «“Ε” Ιστορικά Ελευθεροτυπία», 1999, σελ. 34] για την απόκρυψη του ακριβούς αριθμού των παιδιών των παιδουπόλεων αυτών γράφει, ότι υπήρχε η σκοπιμότητα να παρουσιαστεί μικρότερος ο αριθμός αυτός, από τον αντίστοιχο των παιδιών που κατέληξαν στις ανατολικές χώρες. Ο μεγαλύτερος δυνατός αριθμός των απαχθέντων τροφοδοτούσε περισσότερο τα αντικομμουνιστά αισθήματα.
Στο αυστηρά κλειστό περιβάλλον που έζησαν τα παιδιά, τα πράγματα θα μπορούσαν να έχουν εξελιχθεί και διαφορετικά, όπως στα κολαστήρια των φυλακών κ.λπ., που έχουμε διαβάσει σε μαρτυρίες της εποχής. Όμως τα παιδιά ήταν η εύπλαστη εκείνη πρώτη ύλη, που η επιθυμητή διαμόρφωσή της προσδίδει την εφήμερη αίγλη πραγματικής αλληλεγγύης και την αισιόδοξη προοπτική στην επιθυμητή μελλοντική κοινωνία, που προσβλέπουν οι εκάστοτε πλαστουργοί. Και σημασία είχε ο πεντακάθαρος καθρέπτης, όπως θα δούμε παρακάτω, σε τυποποιημένες μαρτυρίες, και όχι το τι κρύβεται πίσω του.
Δεν ήταν μόνο ο φόβος δυσάρεστων διαρροών κακομεταχείρισης, που καραδοκούσε για να υπονομεύσει την καλή εικόνα των εντυπώσεων, αλλά μέσω αυτής της εικόνας, η διατήρηση και μελλοντική επαύξηση της κοινωνικής υπεροχής, έναντι της πανταχού παρούσας αντίπαλης πλευράς.
Αυτό ισχύει αμφίπλευρα, όπως επίσης και η συνέχεια, για την οποία η κάθε πλευρά επαίρεται, για να αναδείξει την υπεροχή της σε θέματα ανθρωπιάς, που πράγματι δόθηκαν απλόχερα από τις εμπλεκόμενες πλευρές, μέσα βέβαια στο περιβάλλον αξιών, που επιδίωκε να αναδείξει η καθεμία. Από τις διαθέσιμες πληροφορίες, επιβεβαιώνεται ότι στα εξαθλιωμένα αυτά παιδιά παρασχέθηκε κάθε δυνατή υλική, ψυχική φροντίδα και στοργή, ιατρική περίθαλψη και καλή … στέγαση.
Παραθέτουμε τέσσερις μαρτυρίες, που αφορούν τη στέγαση. Για του λόγου το αληθές, συνήθως συνοδεύονται από σκηνοθετημένες φωτογραφίες, ως στοιχείο τεκμηρίωσης.
Από τις ανατολικές χώρες: «Στα παλάτια που μας βάλανε, [ήταν] των πλουσίων που φύγανε… Παλάτια, τι να σας πω, με ζωγραφιές τεράστιας αξίας , από Ιταλούς ζωγράφους…». [36. Ρίκη Βαν Μπουσχότεν, ό.π., 1998, σελ. 273, από συνέντευξη].
Από την Ελλάδα: «Η παιδούπολη σαν κτίριο, ήταν ωραιότατη και μεγάλη. Είχε δύο ορόφους, με πολλούς και μεγάλους θαλάμους (παραθέτει και φωτογραφία του κτιρίου)…» [37. Ελένη Αναγνωστοπούλου, ό.π., σελ. 33].
Από τη Γιουγκοσλαβία: «Μετά τα προσωρινά καταλύματα… Στα τέλη του 1948… το νηπιαγωγείο και αρκετές πρώην ιδιωτικές βίλλες ανακαινίστηκαν για την μόνιμη εγκατάσταση των παιδιών» [38. Milan Ristovic, 2008, σελ. 69].
Εντυπώσεις από επίσκεψη μιας γιαγιάς στην Ουγγαρία: «Τα ζαβόλιαμ, βασιλόπουλα έγιναν, σε παλατ’ κάθοντι. Έλεγα γω η έρμη, καλά θα ειν’ τα παιδιά μας. Αυτοί οι Ουγγαρέζ πολύ μας πηρετεύουν…» [39. Δημήτρης Σέρβος, ό.π., σελ. 293].
Είναι γνωστό ότι όλες οι χώρες υποδοχής των παιδιών αιφνιδιάστηκαν από τον μεγάλο αριθμό των παιδιών, ήταν ανέτοιμες να το αντιμετωπίσουν. Επιδόθηκαν, όμως στη συνέχεια για την εξεύρεση της καλύτερης δυνατής λύσης.
Η διάσωση των παιδιών στην ένταση του εμφυλίου παρουσιάζεται από το επίσημο ΚΚΕ ως εξής: «Πολλοί κάτοικοι των ελεύθερων περιοχών πρότειναν στα λαϊκά συμβούλια να ζητηθεί από τις γειτονικές λαϊκοδημοκρατικές χώρες να φιλοξενήσουν τα παιδιά τους, για να σωθούν από τους κινδύνους που κάθε στιγμή αντιμετώπιζαν. Ύστερα απ’ αυτό η ΠΔΚ. απευθύνθηκε στις κυβερνήσεις αυτές και, όπως ανακοινώθηκε στις 7 του Μάρτη 1948, με χαρά και ευχαρίστηση ανέλαβαν να περιθάλψουν τα Ελληνόπουλα… συγκεντρώθηκαν 25.000 παιδιά με την ελεύθερη συγκατάθεση των γονιών ή συγγενών τους κι όχι με βίαιο τρόπο…» [40. ΚΚΕ, Δοκίμιο ιστορίαςτου ΚΚΕ, 1ος τόμος 1918-1949, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», 1995», σελ. 589]. Στην εφημερίδα «Εθνικός Στρατός» της 27/6/48, διαβάζουμε, σε σημείωμα ανταποκριτή, ότι η Γιουγκοσλαβική απάντηση στις παραπάνω κατηγορίες, είναι ευθυγραμμισμένη με της Πολωνίας και Ουγγαρίας, που ισχυρίζονται ότι «η επικρατούσα εν Ελλάδι κατάστασις ηνάγκασε τους Ελληνόπαιδας να ζητήσουν άσυλον…».
Τον Μάιο του 1948, το ΚΚΕ συνέστησε την «Επιτροπή Βοήθεια στο Παιδί» (ΕΒΟΠ), με πρόεδρο τον καρδιολόγο καθηγητή πανεπιστημίου Πέτρο Κόκκαλη, που ταυτόχρονα ήταν υπουργός υγείας της «Δημοκρατικής Κυβέρνησης». Η επιτροπή αυτή λειτούργησε μέχρι το 1956, οπότε και ενηλικιώθηκαν τα παιδιά, που τελικά παρέμειναν στις ανατολικές χώρες.
Από το 1945 είχαν φτάσει στην Γιουγκοσλαβία πολλά παιδιά και είχαν εγκατασταθεί με τους γονείς τους, όπως και στην Αλβανία. Οι περισσότεροι ήταν οι αυτόβουλοι πρόσφυγες, που πέρασαν τα σύνορα, κυρίως για λόγους προστασίας. Σύμφωνα με τον Γ. Γκαγκούλια [41. Γεώργιος Γκαγκούλιας, «Παιδομάζεμα Τα παιδιά στη θύελλα του Εμφυλίου Πολέμου και μετά», εκδ. «Ιωλκός», 2004, σελ.85-86] είχε ιδρυθεί και λειτουργούσε ο πρώτος προσφυγικός παιδικός σταθμός (1947) στην πόλη Σκόδρα της Αλβανίας, ενώ ο δεύτερος είναι αυτός του Μπούλκες στη Γιουγκοσλαβία, που ιδρύθηκε στις 5 Νοεμβρίου 1947 με 92 παιδιά από τα χωριά της Ηπείρου, των Γρεβενών, της Καστοριάς και της Φλώρινας. Ο ίδιος συγγραφέας αναφέρεται στον Θ. Μητσόπουλο [42. Θανάσης Μητσόπουλος, Μείναμε Έλληνες, εκδ. «Οδυσέας», 1979, σελ.23. Στις ίδιες διαπιστώσεις καταλήγει, παραθέτοντας περισσότερα στοιχεία ο Ristovic, 2008, ό.π., σελ. 26], που συμπληρωματικά αναφέρει, ότι τα πρώτα προσφυγικά σχολεία, με μερικές δεκάδες παιδιά, λειτούργησαν στο Μπούλκες στις αρχές του 1946 και ότι το 1947 στην ίδια πόλη είχαν ιδρυθεί τρία δημοτικά σχολεία, δύο νηπιαγωγεία και ένας βρεφικός σταθμός.
Όπως προαναφέραμε, η προς βοράν αναχώρηση των παιδιών γινόταν υπό την συνοδεία γυναικών, κατά κανόνα νέων, που είχαν και δικά τους παιδιά ή που προσφέρονταν να τα συνοδεύσουν. Τόπος προσωρινής διαμονής ήταν η Αλβανία ή η Γιουγκοσλαβία, όπου πέρασαν μέχρι το φθινόπωρο του 1949 οργανωμένα περίπου 3.300 και 12.000 αντίστοιχα, οπότε ακολουθούσε η διοχέτευσή τους στις άλλες ανατολικές χώρες. Η Βουλγαρία στάθηκε διακριτικά και επιφυλακτικά απέναντι στη βοήθεια προς το ΚΚΕ και το θέμα των παιδιών. Τούτο γιατί η χώρα αυτή μέχρι το τέλος του πολέμου ήταν σύμμαχος των δυνάμεων του άξονα και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια παρουσίαζε ένα ασταθές και κλυδωνιζόμενο καθεστώς.
Τα κριτήρια της διασποράς των παιδιών και ο τρόπος κατανομής στις ανατολικές χώρες, παραμένουν μέχρι σήμερα αδιευκρίνιστα. Το βέβαιο είναι ότι η Γιουγκοσλαβία ποτέ δεν έδωσε ακριβή αριθμό παιδιών [43. Ειρήνη Λαγάνη, Το "παιδομάζωμα” και οι ελληνογιουγκοσλαβικές σχέσεις 1949-1953. Μια κριτική προσέγγιση, εκδ. «I. Σιδέρης», 1995, σελ. 63]. Όλοι οι παιδότοποι ήταν μακριά από τα σύνορα με την Ελλάδα.
Υπολογίζεται ότι ο παιδικός πληθυσμός που φιλοξενήθηκε στις παιδουπόλεις των ανατολικών χωρών, ανέρχεται σε 25.000-28.000. Ο Μ. Ristovic [44. Milan Ristovic,2008, σελ.90] αναφέρει ότι στα τέλη Απριλίου 1948 στη Γιουγκοσλαβία υπήρχαν συνολικά 9.373 παιδιά, εκ των οποίων 4.080 στη Δημοκρατία της Μακεδονίας. Όμως ο αριθμός αυτός ήταν μια κινούμενη άμμος, λόγω των εισροών από την Ελλάδα και των αποστολών προς τις άλλες ανατολικές χώρες, που συνεχίστηκαν μέχρι τον Δεκέμβριο του 1948 [45. Milan Ristovic, ’2008, σελ,89], παρά τις μεταξύ τους τεταμένες σχέσεις, που είχαν προηγηθεί. Μεταξύ των παιδιών αυτών ήταν και σλαβόφωνα, που αργότερα θα αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγματεύσεων, διεκδικήσεων και τριβών.
Ο αυτοαποκαλούμενος γενικός επιθεωρητής παιδομαζώματος, παραθέτει πίνακα, που συμπίπτει περίπου με τα στοιχεία του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού [46. Ειρήνη Λαγάνη, 1995, σελ. 58], «εμφαίνοντα τον αριθμόν των απαχθέντων κατά νομούς [σ.σ. της Ελλάδας] και ευρεθέντων εις παιδουπόλεις του παραπετάσματος το 1959, [σ.σ. εκτός της Γιουγκοσλαβίας]». Στο σύνολό τους είναι 28.010 και τα χωρίζει στις παρακάτω κατηγορίες: [47. Γεώργιος Μανούκας, ό.π., σελ.26, 27. Δεν έχουμε συναντήσει το όνομα και την ιδιότητά του, στη μέχρι τώρα βιβλιογραφία. Προφανώς θα πρόκειται για μεσαίο διοικητικό στέλεχος. Οι αριθμοί που παραθέτει είναι επισφαλείς]. Απαχθέντα απροστάτευτα 12.941, απαχθέντα μετά των γονέων των 721, ακολουθήσαντα τους εκουσίως ή ακουσίως οδηγηθέντας γονείς 12.248, γεννηθέντα εις τα βουνά (κατά προσέγγιση) 2100. Αν είναι δυνατό στο «παραπέτασμα» και υπό αυτές τις συνθήκες φυγής η απογραφή να μπορούσε να γίνει με βάση αυτούς τους απίθανους διαχωρισμούς. Και μάλιστα κατά νομό καταγωγής των παιδιών.
Παληοτάκης
Για το blog των Λαμπράκηδων
www.lamprakides.gr/blog
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου