της Ντίνας Ρέππα*
Αρχές Αυγούστου… Αυτοσχέδια παγκάκια από παλέτες, ζωγραφισμένα πολύχρωμα με παιδικά πινέλα από χαρούμενα μουτράκια. Στην πλατεία Βικτωρίας η αλληλεγγύη απαντά στην ανάγκη και συναντά τη ζωή. Και εκεί γεννιέται η απάντηση στην ασχήμια της μισαλλοδοξίας και του μίσους.
Ένα μήνα πριν, αρχές Ιουλίου, ο δήμος της Αθήνας ξηλώνει τα παγκάκια στην πλατεία Βικτωρίας για να εμποδίσει τους πρόσφυγες και τις προσφύγισσες να κάθονται πάνω τους. Στην πράξη αυτή συναντήθηκε η απανθρωπιά του ρατσισμού με τη βαρβαρότητα της πολιτικής του.
Γιατί ξηλώθηκαν τα παγκάκια; Κανείς νοήμων δεν μπορεί να δώσει ορθολογική απάντηση. Η αλήθεια είναι ότι εκεί ξαπόσταιναν το κορμί τους μανάδες με μωρά και γερόντοι/ισσες. Τώρα που αφαίρεσαν τα παγκάκια, υποχρεώνονται οι άνθρωποι να κάθονται κάτω, στις πλάκες της πλατείας, αλλά δεν έφυγαν.
Ποιος ανόητος πίστεψε ότι αυτοί που συναντήθηκαν με τα χίλια πρόσωπα του θανάτου κι επέζησαν, θα εγκατέλειπαν την πλατεία γιατί αφαίρεσαν τα παγκάκια; Ποιος ανόητος πίστεψε ότι αυτοί που ξεκουράστηκαν σε όποια πέτρα και γη βρέθηκε στο διάβα τους, θα έφευγαν από τη Βικτώρια γιατί ξήλωσαν τα παγκάκια;
Γίνεται η δημοτική αρχή να διέπεται από τόση ανοησία; Όχι, φυσικά. Η απόφαση να ξηλωθούν τα παγκάκια δεν πάρθηκε για το αποτέλεσμα που θα παράξει αλλά για το αξιακό πρόσημο που έχει και γι’ αυτό που θέλει να εκπέμψει.
Η απόφαση του δήμου δεν επιδίωκε να «συνομιλήσει» με τις ανάγκες της πόλης, έστω και τις στρεβλές, αλλά να δηλώσει τις κυρίαρχες αξίες της συστημικής πολιτικής που εκπροσωπεί. «Στους κατατρεγμένους και φτωχούς δεν τους πρέπει χώρος να σταθούν ανάμεσά στους χορτάτους», αυτό δηλώνει το ξήλωμα. Συστημική αξία που η κυρίαρχη πολιτική αγκομαχά να την κάνει λαϊκή αξία. Οι ντυμένοι να αποδιώχνουμε τους ρακένδυτους αλλά να υποκλινόμαστε στους καλοραμμένους, αυτό δηλώνουν τα παγκάκια της πλατείας και τα κλαμπ στα νησιά. Κι αυτές οι «αξίες» να τροφοδοτούν ατομικές συμπεριφορές, συλλογικές στάσεις και πολιτικές επιλογές.
Αυτή είναι η βασική επιδίωξη της δημοτικής αρχής Μπακογιάννη. Να «εκπαιδεύσει» τους κατοίκους της πόλης. Να κοιτούν καχύποπτα τον πρόσφυγα, τον μετανάστη που κατά τεκμήριο είναι φτωχοί και μετά όλους τους φτωχούς της πόλης, τον άνεργο, τον άστεγο, τον τοξικοεξαρτημένο, τον χωρίς σύνταξη γέροντα και τη γερόντισσα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου